Εκτός, από τους τακτικούς-"επαγγελματίες" δικαστές, διαχρονικά και σε πολλές χώρες, καλούνται και απλοί πολίτες, να εκτελέσουν δικαστικά καθήκοντα, οι οποίοι ονομάζονται ένορκοι.
Ενώ σε κάποιες χώρες, η τελική κρίση και απόφαση, ανήκει αποκλειστικά στους ενόρκους, εδώ εφαρμόζεται, ως γνωστόν, ένα μεικτό σύστημα, ήτοι στη σύνθεση του δικαστηρίου, συμμετέχουν τόσο ένορκοι (4), οι οποίοι αποκαλούμενοι και "λαϊκοί δικαστές" όσο και τακτικοί-"κανονικοί" δικαστές (3).
Τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια, δικάζουν σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, σοβαρές υποθέσεις-κατηγορίες, δηλαδή κακουργήματα, ενώ οι ψήφοι δικαστών και ενόρκων, είναι ισότιμες και συχνά συμβαίνει κάποιος να αθωωθεί ή να καταδικαστεί, μόνον με τις ψήφους των ενόρκων, αφού είναι περισσότεροι (4 έναντι 3).
Επειδή όμως, οι ένορκοι δεν έχουν, κατά κανόνα, νομικές γνώσεις, υπάρχουν νομικά και άλλα προδικαστικά ζητήματα, στο πλαίσιο μίας Δίκης, για τα οποία αποφασίζουν, αποκλειστικά, οι τακτικοί δικαστές !
Όσον αφορά τώρα, τα προσόντα του ενόρκου, αυτά είναι : α) στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια, να είναι Έλληνες πολίτες, άνδρες ή γυναίκες, από 30 έως 70 ετών, να είναι τουλάχιστον απόφοιτοι στοιχειώδους εκπαίδευσης και να μην έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα και β) στα Μικτά Ορκωτά Εφετεία, τα ίδια, με μόνες διαφορές, ότι πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 και όχι 30 ετών και να έχουν απολυτήριο Λυκείου, τουλάχιστον ή γυμνασίου παλαιού τύπου.
Και στις δύο, περιπτώσεις, θα πρέπει οπωσδήποτε να κατοικούν ή να διαμένουν στην έδρα του Πρωτοδικείου, ή Εφετείου αντίστοιχα, όπου συγκροτείται το Μ.Ο.Δ (οι Δημόσιοι υπάλληλοι θεωρούνται ότι διαμένουν, εκεί, όπου υπηρετούν).
ΔΕΝ μπορούν να είναι ένορκοι, οι ιερείς και μοναχοί, τα μέλη της κυβέρνησης, οι βουλευτές, οι γ.γ των υπουργείων, νομάρχες, καθηγητές πανεπιστημίων, δήμαρχοι, πρόεδροι κοινοτήτων και υπάλληλοι στις γραμματείες των Δικαστηρίων, για όσο, εννοείται, έχουν τις αντίστοιχες ιδιότητες.
Επίσης, δεν είναι ικανοί, ισοβίως, να είναι ένορκοι, όσοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα, σε ποινή άνω των 3 μηνών φυλάκισης, για έγκλημα με δόλο και προσωρινά, όσοι έχουν παραπεμφθεί σε Δίκη, για τέτοιο αδίκημα ή βρίσκονται σε δικαστική απαγόρευση ή είναι τυφλοί και κωφάλαλοι ή ασθενείς διανοητικά ή έχουν πτωχεύσει και δεν έχουν αποκατασταθεί.
Η επιλογή των ενόρκων, γίνεται μέσα από καταλόγους, που καταρτίζονται σε ετήσια βάση και στο τελικό στάδιο, με κλήρωση : από δέκα ονόματα, επιλέγονται οι 4 τακτικοί και 2 αναπληρωματικοί, δηλαδή έξι.
Η κλήτευση των ενόρκων, γίνεται εγκαίρως, με νόμιμο τρόπο και αν κάποιος, δεν διαθέτει ή έχει χάσει τα προσόντα διορισμού, πρέπει να το δηλώσει, για να διαγραφεί ή να αντικατασταθεί.
Ο ένορκος, που κλητεύθηκε και δεν παρουσιάστηκε, τιμωρείται με χρηματική ποινή, από 59 έως 120 ευρώ, ενώ αν απουσιάσει αδικαιολόγητα ξανά, με 88 έως 180 ευρώ, χρηματική ποινή.
Νόμιμοι λόγοι απουσίας του ενόρκου, θεωρούνται : α) ασθένεια του ιδίου ή μέλους της οικογένειας, που βεβαιώνεται με ιατρικό πιστοποιητικό β) έκτακτη δημόσια υπηρεσία, που βεβαιώνεται από την προϊσταμένη Αρχή και γ) κάθε σπουδαίος λόγος, που δεν επέτρεψε την εμφάνισή του.
Εφόσον κληρωθούν και ...ορκιστούν, οι ένορκοι και δεν υπάρχει στο πρόσωπό τους, κώλυμα διορισμού ή ασυμβίβαστο, όπως π.χ όταν έχουν συγγενική σχέση, με κάποιο παράγοντα της Δίκης ή έχουν ασκήσει ανακριτικά καθήκοντα, στην υπόθεση ή έχουν υπάρξει συνήγοροι, κάποιου διαδίκου, το Μ.Ο.Δ συγκροτείται νόμιμα και προχωράει στην εκδίκαση της υπόθεσης, όπου οι ένορκοι, όπως είπαμε, συμμετέχουν ισότιμα και μπορούν να κάνουν ερωτήσεις κλπ, όπως οι τακτικοί Δικαστές.
Ενώ σε κάποιες χώρες, η τελική κρίση και απόφαση, ανήκει αποκλειστικά στους ενόρκους, εδώ εφαρμόζεται, ως γνωστόν, ένα μεικτό σύστημα, ήτοι στη σύνθεση του δικαστηρίου, συμμετέχουν τόσο ένορκοι (4), οι οποίοι αποκαλούμενοι και "λαϊκοί δικαστές" όσο και τακτικοί-"κανονικοί" δικαστές (3).
Τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια, δικάζουν σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, σοβαρές υποθέσεις-κατηγορίες, δηλαδή κακουργήματα, ενώ οι ψήφοι δικαστών και ενόρκων, είναι ισότιμες και συχνά συμβαίνει κάποιος να αθωωθεί ή να καταδικαστεί, μόνον με τις ψήφους των ενόρκων, αφού είναι περισσότεροι (4 έναντι 3).
Επειδή όμως, οι ένορκοι δεν έχουν, κατά κανόνα, νομικές γνώσεις, υπάρχουν νομικά και άλλα προδικαστικά ζητήματα, στο πλαίσιο μίας Δίκης, για τα οποία αποφασίζουν, αποκλειστικά, οι τακτικοί δικαστές !
Όσον αφορά τώρα, τα προσόντα του ενόρκου, αυτά είναι : α) στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια, να είναι Έλληνες πολίτες, άνδρες ή γυναίκες, από 30 έως 70 ετών, να είναι τουλάχιστον απόφοιτοι στοιχειώδους εκπαίδευσης και να μην έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα και β) στα Μικτά Ορκωτά Εφετεία, τα ίδια, με μόνες διαφορές, ότι πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 και όχι 30 ετών και να έχουν απολυτήριο Λυκείου, τουλάχιστον ή γυμνασίου παλαιού τύπου.
Και στις δύο, περιπτώσεις, θα πρέπει οπωσδήποτε να κατοικούν ή να διαμένουν στην έδρα του Πρωτοδικείου, ή Εφετείου αντίστοιχα, όπου συγκροτείται το Μ.Ο.Δ (οι Δημόσιοι υπάλληλοι θεωρούνται ότι διαμένουν, εκεί, όπου υπηρετούν).
ΔΕΝ μπορούν να είναι ένορκοι, οι ιερείς και μοναχοί, τα μέλη της κυβέρνησης, οι βουλευτές, οι γ.γ των υπουργείων, νομάρχες, καθηγητές πανεπιστημίων, δήμαρχοι, πρόεδροι κοινοτήτων και υπάλληλοι στις γραμματείες των Δικαστηρίων, για όσο, εννοείται, έχουν τις αντίστοιχες ιδιότητες.
Επίσης, δεν είναι ικανοί, ισοβίως, να είναι ένορκοι, όσοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα, σε ποινή άνω των 3 μηνών φυλάκισης, για έγκλημα με δόλο και προσωρινά, όσοι έχουν παραπεμφθεί σε Δίκη, για τέτοιο αδίκημα ή βρίσκονται σε δικαστική απαγόρευση ή είναι τυφλοί και κωφάλαλοι ή ασθενείς διανοητικά ή έχουν πτωχεύσει και δεν έχουν αποκατασταθεί.
Η επιλογή των ενόρκων, γίνεται μέσα από καταλόγους, που καταρτίζονται σε ετήσια βάση και στο τελικό στάδιο, με κλήρωση : από δέκα ονόματα, επιλέγονται οι 4 τακτικοί και 2 αναπληρωματικοί, δηλαδή έξι.
Η κλήτευση των ενόρκων, γίνεται εγκαίρως, με νόμιμο τρόπο και αν κάποιος, δεν διαθέτει ή έχει χάσει τα προσόντα διορισμού, πρέπει να το δηλώσει, για να διαγραφεί ή να αντικατασταθεί.
Ο ένορκος, που κλητεύθηκε και δεν παρουσιάστηκε, τιμωρείται με χρηματική ποινή, από 59 έως 120 ευρώ, ενώ αν απουσιάσει αδικαιολόγητα ξανά, με 88 έως 180 ευρώ, χρηματική ποινή.
Νόμιμοι λόγοι απουσίας του ενόρκου, θεωρούνται : α) ασθένεια του ιδίου ή μέλους της οικογένειας, που βεβαιώνεται με ιατρικό πιστοποιητικό β) έκτακτη δημόσια υπηρεσία, που βεβαιώνεται από την προϊσταμένη Αρχή και γ) κάθε σπουδαίος λόγος, που δεν επέτρεψε την εμφάνισή του.
Εφόσον κληρωθούν και ...ορκιστούν, οι ένορκοι και δεν υπάρχει στο πρόσωπό τους, κώλυμα διορισμού ή ασυμβίβαστο, όπως π.χ όταν έχουν συγγενική σχέση, με κάποιο παράγοντα της Δίκης ή έχουν ασκήσει ανακριτικά καθήκοντα, στην υπόθεση ή έχουν υπάρξει συνήγοροι, κάποιου διαδίκου, το Μ.Ο.Δ συγκροτείται νόμιμα και προχωράει στην εκδίκαση της υπόθεσης, όπου οι ένορκοι, όπως είπαμε, συμμετέχουν ισότιμα και μπορούν να κάνουν ερωτήσεις κλπ, όπως οι τακτικοί Δικαστές.
Η έως τώρα εμπειρία διδάσκει, ότι οι λαϊκοί Δικαστές, σκέφτονται και δικάζουν, πολύ διαφορετικά, από τους "επαγγελματίες"-τακτικούς Δικαστές, εξ ού και είναι πολύ συχνές οι μειοψηφίες στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια και δε λείπουν και αποφάσεις, που λαμβάνονται με 4-3, ήτοι με τις ψήφους μόνον των ενόρκων ! Αυτό νομίζω είναι εύλογο, επειδή οι τακτικοί Δικαστές έχουν υποστεί μία "επαγγελματική πώρωση" και αντιμετωπίζουν τα πράγματα, πιο ψυχρά και μηχανικά και παράλληλα, δεν έχουν μεγάλη εμπειρία ...από την πραγματική ζωή.
ΑπάντησηΔιαγραφή