Η πρώτη απόφαση (Πρωτοδικείου), έκρινε ως (εξ ολοκλήρου) άκυρη τη διαθήκη και μάλιστα δημόσια, προσώπου, επειδή κατά τον χρόνο της σύνταξης της, ο διαθέτης δεν είχε, όπως λέμε, "σωάς τας φρένας" !
Ο Αστικός Κώδικας ορίζει τις περιπτώσεις όπου μία διαθήκη είναι ολικά ή μερικά άκυρη και μία από αυτές είναι, όταν ο διαθέτης, λόγω ψυχικής ή πνευματικής νόσου, δεν είναι σε θέση να αποτυπώσει την βέβαιη και σταθερή τελευταία βούληση του, για το πως επιθυμεί να μοιραστεί η περιουσία του, μετά θάνατον.
Οι όροι "πνευματική" και/ή "ψυχική" νόσος, είναι ευρύτεροι από την αυστηρά ιατρική έννοια αυτών και αναφέρονται σε κάθε κατάσταση, όπου ο διαθέτης. λόγω προβλημάτων υγείας, δεν είναι σε θέση να γνωρίζει και να εκφράζει τη γνήσια και "καθαρή" θέληση του.
Προφανώς, είναι θέμα απόδειξης, σε κάθε, ξεχωριστή, περίπτωση, να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο, αν συντρέχει τέτοια ακυρότητα της διαθήκης, με βάση μαρτυρίες και έγγραφα, όχι μόνον ιατρικά, αλλά και συγγενών προφανώς, διότι η διανοητική υγεία κάποιου τεκμαίρεται από γεγονότα, όπως αν λέει "άκυρα" πράγματα, αν ξεχνάει, αν δεν μπορεί να τοποθετηθεί σωστά στο χρόνο και στον τόπο κ.ο.κ.
Η έκπτωση των πνευματικών και ψυχικών λειτουργιών, μάλιστα, μπορεί να είναι και συνέπεια βιολογικής βαριάς ασθένειας, όπως στην κρινόμενη περίπτωση, όπου ο διαθέτης ήταν καρκινοπαθής τελικού σταδίου, το οποίο σημαίνει ότι οι χημειοθεραπείες και τα άλλα, ισχυρά, φάρμακα, που χορηγούνται σε αυτούς τους ασθενείς, μπορούν να επηρεάσουν τον ψυχισμό, αλλά και τις πνευματικές λειτουργίες !
Εδώ να πούμε ότι η διαθήκη, με την οποία άφηνε έξω τα παιδιά του, ουσιαστικά, ήταν δημόσια, που σημαίνει ότι συντάχθηκε από συμβολαιογράφο, ενώπιον μαρτύρων, οι οποίοι όμως τον "επισκέφθηκαν", προς τούτο, στο σπίτι του, λίγες μέρες, πριν αποβιώσει και αυτό είναι ύποπτο, από μόνο του...
Σημαντικό ρόλο στην απόφαση περί ακυρότητας έπαιξε και η υπογραφή του διαθέτη, που είχε τεθεί με τρεμάμενο χέρι και με μεγάλη δυσκολία, έμοιαζε με την αυθεντική, ωστόσο υποδήλωνε μεγάλη αδυναμία, φυσική και όχι μόνον.
Τέλος, να πούμε, ότι προφανώς δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή, η "βεβαίωση" του συμβολαιογράφου ή/και των μαρτύρων, ότι ο διαθέτης φάνηκε να έχει "σώας τα φρένας", διότι αυτή είναι μία προσωπική, υποκειμενική, εκτίμηση, που μπορεί να ανατραπεί, δικαστικά, εφόσον αποδειχθεί το αντίθετο !
Η δεύτερη απόφαση, είναι του Αρείου Πάγου και με αυτήν απορρίφθηκε αίτηση αναίρεσης τράπεζας, η οποία υποχρεώθηκε να αποζημίωσει πελάτη, ο οποίος είχε αγοράσει ομόλογο, κατόπιν υπόδειξης του υπαλλήλου της, ως "καλύτερη και ασφαλέστερη επένδυση των χρημάτων του" και έχασε όλες τις αποταμιεύσεις του (περί τις 50 χιλιάδες ευρώ).
Κρίθηκε, δηλαδή, από τα Δικαστήρια, ότι ο υπάλληλος της τράπεζας (και κατ' επέκταση και αντικειμενικά και η ίδια, με βάση την σχέση πρόστησης, μεταξύ τους) ενέχει ευθύνη, διότι παρουσίασε τα εν λόγω όμολογα, ως "άχαστα", ως μηδενικού κινδύνου και μάλιστα σε ανθρώπους με όχι μεγάλη μόρφωση, τους παρέσυρε να επενδύσουν όλες τις οικονομίες μιας ζωής, που είχαν ανάγκη, σε ένα "προϊόν", το οποίο ναι μεν θα είχε καλύτερες αποδόσεις, από τους τραπεζικούς τόκους, αλλά είχε και ρίσκο, το οποίο δεν αναλύθηκε ή δεν εξηγήθηκε επαρκώς !
Μιλάμε για ομόλογο ιδιωτικής επιχείρησης και αυτό έχει σημασία, διότι, το τελευταίο διάστημα, ολοένα και περισσότερες εταιρίες, επιλέγουν ως μέσο χρηματοδότησης, την έκδοση ομολόγων, που απευθύνονται σε όλους και εμφανίζονται ελκυστικά, διότι δίνουν μια απόδοση περί το 3%, όταν τα επιτόκια καταθέσεων είναι πλέον ΜΗΔΕΝΙΚΆ, ωστόσο πάντα υπάρχει το ρίσκο, η επιχείρηση να μην πάει καλά και οι ομολογιούχοι να απωλέσουν το κεφάλαιο τους, στην πορεία...
Ένα τελευταίο, ενδιαφέρον, νομικό ζήτημα, που αντιμετώπισε η απόφαση αυτή, είναι και το εξής : ο Αστικός Κώδικας, προβλέπει ότι σε περίπτωση, που από το ζημιογόνο γεγονός, υπήρξε κάποια ωφέλεια, στον ζημιωθέντα, αυτή πρέπει να αφαιρεθεί, από την αποζημίωση που δικαιούται να λάβει π.χ αν μετά από τροχαίο, το κατεστραμμένο όχημα, πουληθεί για παλιοσίδερα ή για ανταλλακτικά.
Εδώ, οι πελάτες της τράπεζας, πριν το ομόλογο αποκτήσει μηδενική αξία και χάσουν ολόκληρο το κεφάλαιο τους, είχαν προλάβει να καρπωθούν σημαντικούς τόκους, ύψους 12 χιλιάδων ευρώ, περίπου και η τράπεζα ζήτησε να αφαιρεθεί το ποσόν αυτό, από την αποζημίωση που δικαιούνται να λάβουν, ωστόσο τόσο το Εφετείο, όσο και ο ΑΠ, είπαν "όχι", ότι δεν πρέπει να αφαιρεθεί, διότι η ωφέλεια θα πρέπει να είναι άμεση συνέπεια της ζημίας, ενώ εδώ αυτή προέκυψε ΠΡΙΝ επέλθει η ζημία, δεν υπάρχει άμεσος και αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ ωφέλειας και ζημίας !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.