Σελίδες

Σάββατο 16 Απριλίου 2016

αστυνομική αυθαιρεσία

     Διευκρινίζω εξαρχής, ότι τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι αληθινά και όχι φανταστικά-υποθετικά : κάποιος κλέβει ένα κατάστημα, είτε έχοντας προαποφασίσει την πράξη του, είτε με απόφαση της στιγμής και φεύγει, δίχως να γίνει αντιληπτός.
  Ωστόσο, την επόμενη κιόλας ημέρα, μετανοεί, για την πράξη του και επιστρέφει το σύνολο σχεδόν, των κλοπιμαίων, όχι βέβαια αυτοπροσώπως, εφόσον σκοπός του, είναι να μην μάθει το περιβάλλον του, τι έκανε και νιώσει ντροπή κλπ.
   Στο πλαίσιο της μεταμέλειάς του και της ανάγκης, να μην εκτεθεί κοινωνικά, απευθύνεται σε δικηγόρο, ο οποίος έρχεται σε επαφή, με το θύμα της κλοπής και κατόπιν συζητήσεων και διαπραγματεύσεων, ορίζεται ένα ποσόν αποζημίωσης, για το μέρος των κλοπιμαίων, το οποίο δεν επεστράφη.
    Η αποζημίωση, όντως δίνεται, χωρίς να αποκαλυφθεί η ταυτότητα του δράστη και το θύμα, υπογράφει δήλωση, ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως-εντελώς !
    Το ερώτημα, που προκύπτει, μετά, είναι τι πρέπει να κάνει η Αστυνομία, που κατέχει μία δικογραφία κλοπής, με άγνωστο δράστη, όπου όμως υπάρχει η δήλωση αυτή του θύματος...
    Ο Νόμος είναι σαφής και ορίζει ρητά, ότι η πλήρης αποζημίωση του θύματος ή η επιστροφή των κλοπιμαίων, σε αδικήματα, όπως η κλοπή, πριν γίνει γνωστή η ταυτότητα του δράστη και ασκηθεί δίωξη εναντίον του, ΕΞΑΛΕΙΦΕΙ το αξιόποινο, του αντίστοιχου εγκλήματος.
     Άρα, η μόνη απάντηση, που αρμόζει στο προηγούμενο ερώτημα και είναι σύμφωνη, τόσο με το πνεύμα, όσο και με το ΓΡΆΜΜΑ του Νόμου, είναι πως, η υπόθεση τίθεται στο Αρχείο, με διάταξη του Εισαγγελέα, λόγω πλήρους ικανοποίησης του παθόντος, κατά δήλωσή του !
    Από την στιγμή, που έγιναν γνωστά, στην Αστυνομία, τα δύο αυτά γεγονότα : πρώτον, η επιστροφή του μεγαλύτερου μέρους των κλοπιμαίων και δεύτερον, η πλήρης ικανοποίηση του θύματος, για το ελλείπον μέρος, δεν υπάρχει κανένας νόμιμος λόγος, να παραμένει η δικογραφία, "ανοιχτή", στα συρτάρια της και οι αστυνομικοί, ουσιαστικά, αυθαιρετούν-παρανομούν...
    Η αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη, δεν έχει πλέον κανένα νόημα, εφόσον η πράξη του, έπαψε να είναι αξιόποινη, να έχει ποινικό ενδιαφέρον !
     Ακόμα και ένας φοιτητής της Νομικής, γνωρίζει την βασική αρχή, ότι η ποινική δίωξη, ασκείται πάντα in rem και όχι in personam, δεν είναι προσωπική, αλλά αφορά συγκεκριμένη πράξη, επομένως, αν η πράξη είναι εξαρχής ή έγινε αργότερα, μη αξιόποινη, ...ποιος ο λόγος να αποκαλυφθεί ο δράστης της ;
     Η διατήρηση της δικογραφίας, στα αστυνομικά συρτάρια, θα είχε ίσως νόημα, μόνον εάν αφορούσε σε περισσότερες πράξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αποδοθούν, βάσει συγκεκριμένων όμως αποδεικτικών στοιχείων, στον ίδιο (άγνωστο) δράστη, αν η δικογραφία αφορά μόνον, την πράξη, για την οποία αποζημιώθηκε το θύμα, πρέπει να φύγει και να μπει στο Αρχείο, με διάταξη του οικείου Εισαγγελέα.
     Η τακτική των αστυνομικών, να κρατάνε "κλεισμένες-τελειωμένες" υποθέσεις, σε εκκρεμότητα, είτε για να δείξουν ότι κάνουν έργο, είτε λόγω άγνοιας-ημιμάθειας, περί τα νομικά, είτε λόγω εσφαλμένης ερμηνείας του Νόμου, είναι ευθέως παράνομη και μπορεί να γυρίσει εναντίον τους...
     Στο φινάλε, το αρμόδιο όργανο, για την κίνηση, την αναστολή, τη λήξη κλπ μιας ποινικής δίωξης, είναι η Εισαγγελική Αρχή, οι αστυνομικοί εκτελούν εντολές-παραγγελίες των Εισαγγελέων και οφείλουν να υπακούν στις εντολές τους και να δρουν πάντα, σε συννενόηση με αυτούς, δεν είναι κακό, να ρωτάς τον Εισαγγελέα, πως θα κινηθείς, μάλλον επιβεβλημένο είναι !
     Μην ξεχνάμε και το άλλο : εκ του Νόμου, του ΚΠΔ δηλαδή, η προκαταρκτική εξέταση, δεν μπορεί να διαρκεί αιώνια, ακόμα και όταν η ταυτότητα του δράστη είναι άγνωστη (αν δεν είχε δηλαδή επέλθει εξάλειψη του αξιοποίνου, λόγω επιστροφής των κλοπιμαίων και αποζημίωσης του θύματος).
     Το χρονικό όριο, που έχει τεθεί, είναι 3 μήνες και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να παραταθεί, για άλλο τόσο, με αιτιολογημένη όμως απόφαση του αρμόδιου Εισαγγελέα, έτσι ορίζεται ρητά πάλι, πως αν δεν αποκαλυφθεί η ταυτότητα ενός δράστη, εντός των χρονικών αυτών ορίων, η υπόθεση και πάλι τίθεται στο Αρχείο και μπορεί να ανασυρθεί, εφόσον υπάρξουν νέα στοιχεία, στο μέλλον.


 

1 σχόλιο:

  1. Να πούμε, πληροφοριακά-γενικά, ότι η μερική επιστροφή των κλοπιμαίων ή η μερική ικανοποίηση-αποζημίωση του θύματος, εξαλείφουν, αντίστοιχα, μερικά, το αξιόποινο της κλοπής. Έτσι, στην υπόθεσή μας, αν υποτεθεί ότι η αρχική αξία των κλοπιμαίων, υπερέβαινε τις 120 χιλιάδες ευρώ, επρόκειτο για διακεκριμένη-κακουργηματική κλοπή, η οποία όμως, μετά την επιστροφή του μεγαλύτερου μέρους, μεταβλήθηκε σε απλή-πλημμεληματική κλοπή (και εν συνεχεία, με την ολοσχερή αποζημίωση, για το ελλείπον μέρος, σε μη αξιόποινη πράξη) ! Ο Νόμος, λέει, ότι η επιστροφή των κλοπιμαίων ή η αποζημίωση του θύματος, μπορεί να γίνει και μεταγενέστερα, με απώτατο χρονικό όριο, την έναρξη απολογίας του κατηγορούμενου, σε ΠΡ'ΩΤΟ βαθμό. Ωστόσο, η ευνοϊκή αυτή ρύθμιση, ισχύει -δυστυχώς- μόνον για τις πλημμεληματικές περιπτώσεις, για τις κακουργηματικές, πρέπει να γίνει, πριν εισαχθεί η υπόθεση σε Δίκη, πριν ασκηθεί η ποινική δίωξη...Αυτό σημαίνει, πως αν ο υπαίτιος κακουργηματικής κλοπής, αποζημιώσει πλήρως το θύμα, λίγο πριν τη Δίκη, δεν θα μπορέσει να αποφύγει την ποινή και δεν ξέρω, πόσο δίκαιο και σωστό είναι αυτό ! Η ποινή βέβαια, φαντάζομαι, ότι θα είναι μειωμένη, με το αντίστοιχο ελαφρυντικό, αλλά αμφιβάλλω, για το κατά πόσον, η μεγαλύτερη απαξία ενός κακουργήματος, δικαιολογεί, αυτή τη διάκριση και την διαφορετική μεταχείριση και ίσως χρήζει επανεξέτασης...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.