και η δυνατότητα "αξιοποίησής" τους από τα ποινικά Δικαστήρια.
Καταρχάς, όταν μιλάμε για παράνομα αποδεικτικά μέσα, ενδεικτικά να αναφέρουμε : μαγνητοφωνήσεις χωρίς την άδεια και εν αγνοία του συνομιλητή, βιντεοσκοπήσεις χωρίς την συναίνεση του προσώπου, καταθέσεις κατόπιν άσκησης σωματικής ή ψυχολογικής βίας κ.α
Σε κάθε περίπτωση που ένα αποδεικτικό στοιχείο έχει κτηθεί παράνομα, ανακύπτει το ζήτημα του κατά πόσον μπορεί να γίνει χρήση του ενώπιον των Δικαστηρίων και εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε δύο περιπτώσεις :
1. Σε περίπτωση που το παράνομο αποδεικτικό μέσο, πρόκειται να χρησιμοποιηθεί εναντίον του κατηγορουμένου, ο ΚΑΝΟΝΑΣ είναι ότι απαγορεύεται η χρησιμοποίησή του και είναι εντελώς άκυρη η διαδικασία, αν γίνει χρήση του. Η μόνη εξαίρεση που γίνεται δεκτή, είναι όταν πρόκειται για ιδιαίτερα σοβαρό κακούργημα, το οποίο επισύρει ισόβια κάθειρξη, οπότε ο κανόνας "χαλαρώνει" ενόψει της ανάγκης της κοινωνίας να τιμωρηθεί ένα ειδεχθές έγκλημα και να μην κυκλοφορεί ελεύθερος ένας επικίνδυνος εγκληματίας.
2. Σε περίπτωση τώρα που το παράνομο αποδεικτικό μέσο, πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπέρ του κατηγορουμένου, ο ΚΑΝΟΝΑΣ είναι και πρέπει να είναι ότι η χρησιμοποίησή του επιτρέπεται, προκειμένου να μην καταδικασθεί ένας αθώος άνθρωπος, ειδικά αν αυτό είναι και το μοναδικό μέσο που έχει για να αποδείξει την αθωότητά του π.χ παράνομα υποκλαπείσα τηλεφωνική συνομιλία, από όπου προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει διαπράξει το αδίκημα.
Μόνον εφόσον το Δικαστήριο έχει πεισθεί από άλλα αποδεικτικά μέσα, ότι ο κατηγορούμενος είναι αθώος, δύναται να μη δεχθεί το παράνομα κτηθέν αποδεικτικό στοιχείο, με σκοπό να διαφυλαχθούν π.χ τα προσωπικά τυχόν δεδομένα των εμπλεκόμενων προσώπων.
Καταρχάς, όταν μιλάμε για παράνομα αποδεικτικά μέσα, ενδεικτικά να αναφέρουμε : μαγνητοφωνήσεις χωρίς την άδεια και εν αγνοία του συνομιλητή, βιντεοσκοπήσεις χωρίς την συναίνεση του προσώπου, καταθέσεις κατόπιν άσκησης σωματικής ή ψυχολογικής βίας κ.α
Σε κάθε περίπτωση που ένα αποδεικτικό στοιχείο έχει κτηθεί παράνομα, ανακύπτει το ζήτημα του κατά πόσον μπορεί να γίνει χρήση του ενώπιον των Δικαστηρίων και εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε δύο περιπτώσεις :
1. Σε περίπτωση που το παράνομο αποδεικτικό μέσο, πρόκειται να χρησιμοποιηθεί εναντίον του κατηγορουμένου, ο ΚΑΝΟΝΑΣ είναι ότι απαγορεύεται η χρησιμοποίησή του και είναι εντελώς άκυρη η διαδικασία, αν γίνει χρήση του. Η μόνη εξαίρεση που γίνεται δεκτή, είναι όταν πρόκειται για ιδιαίτερα σοβαρό κακούργημα, το οποίο επισύρει ισόβια κάθειρξη, οπότε ο κανόνας "χαλαρώνει" ενόψει της ανάγκης της κοινωνίας να τιμωρηθεί ένα ειδεχθές έγκλημα και να μην κυκλοφορεί ελεύθερος ένας επικίνδυνος εγκληματίας.
2. Σε περίπτωση τώρα που το παράνομο αποδεικτικό μέσο, πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπέρ του κατηγορουμένου, ο ΚΑΝΟΝΑΣ είναι και πρέπει να είναι ότι η χρησιμοποίησή του επιτρέπεται, προκειμένου να μην καταδικασθεί ένας αθώος άνθρωπος, ειδικά αν αυτό είναι και το μοναδικό μέσο που έχει για να αποδείξει την αθωότητά του π.χ παράνομα υποκλαπείσα τηλεφωνική συνομιλία, από όπου προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει διαπράξει το αδίκημα.
Μόνον εφόσον το Δικαστήριο έχει πεισθεί από άλλα αποδεικτικά μέσα, ότι ο κατηγορούμενος είναι αθώος, δύναται να μη δεχθεί το παράνομα κτηθέν αποδεικτικό στοιχείο, με σκοπό να διαφυλαχθούν π.χ τα προσωπικά τυχόν δεδομένα των εμπλεκόμενων προσώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.