Έβαλα αποσιωπητικά, επειδή ακούγαμε και διαβάζαμε ότι με το νέο εργατικό Νόμο, οι υπερωρίες θα αμοίβονται με ...ρεπό, ωστόσο αυτό αποδείχθηκε μάλλον "φακ νιουζ" (όπως θα έλεγε ο μέσος, αμόρφωτος, βολευτής), δεν είδα κάτι τέτοιο στο Νόμο (εκτός αν το έχουν κρύψει τόσο καλά) !
Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, με την έννοια ότι αυτό, δηλαδή το να εργάζεται κάποιος περισσότερο, όταν υπάρχει ανάγκη (πολλές επιχειρήσεις έχουν εποχιακά περισσότερη δουλειά) και να ξεκουράζεται περισσότερο, όταν δεν υπάρχει πολλή εργασία, προβλεπόταν ήδη, με Νόμο του 1990 (και τότε κυβέρνηση ΝΔ, τυχαίο ; Δε νομίζω...Όπως δεν αλλάζει ο άνθρωπος, δεν αλλάζουν και τα κόμματα).
Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με "συμφωνία" εργοδότη και εργαζομένου, προφανώς αδικεί το ασθενέστερο μέρος, που είναι ο εργαζόμενος και διαθέτει ως μοναδική ασφαλιστική δικλείδα ότι δεν μπορεί να απολυθεί, όποιος εργαζόμενος απλά δεν υπέβαλε αίτημα διευθέτησης.
Πάντως, από την εμπειρία μου και με επαφές, είτε επαγγελματικές, είτε κοινωνικές με εργαζόμενους, έχω καταλάβει ότι ο εργαζόμενος ΔΕΝ θέλει "ευελιξίες" κλπ, θέλει σταθερότητα και θέλει να πληρώνεται τις υπερωρίες του, σε χρήμα και όχι με ξεκούραση...(οι ευελιξίες βολεύουν μόνον τους εργοδότες, με τους οποίους, προφανώς, έχει καλές σχέσεις η κυβέρνηση ΝΔ).
Ο πρόσφατος Νόμος περί τα εργασιακά, περιέχει πολλές διατάξεις, είτε πρωτότυπες, είτε άλλες, που συνιστούν ενσωμάτωση στο εθνικό Δίκαιο, διεθνών συμβάσεων και οδηγιών της Ε.Ε και θα τις δούμε σήμερα και στις επόμενες αναρτήσεις.
Όσον αφορά το ατομικό εργατικό Δίκαιο, δηλαδή τις σχέσεις του εργοδότη με τον εργαζόμενο (με σχέση εξαρτημένης εργασίας, πάντα) και ειδικά τα χρονικά όρια εργασίας, ορίζεται ότι :
-Η πλήρης απασχόληση ορίζεται καθολικά σε 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα, που σημαίνει 8 ώρες ημερησίως, αν εφαρμόζεται πενθήμερο και 6 ώρες και 40 λεπτά, αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εργασίας. Με ατομικές ή συλλογικές συμβάσεις, μπορεί να ορίζεται και μικρότερος χρόνος πλήρους απασχόλησης (όχι δηλαδή μεγαλύτερος).
-Όταν ο χρόνος ημερήσιας εργασίας υπερβαίνει τις τέσσερις συνεχόμενες ώρες, ο εργαζόμενος δικαιούται διάλειμμα, από 15 έως 30 λεπτά, στη διάρκεια του οποίου μπορεί να απομακρυνθεί από τη θέση εργασίας του.
-Αν παραστεί ανάγκη και συμφωνηθεί να δουλέψει επιπλέον ώρες ο μερικώς απασχολούμενος, δικαιούται για κάθε επιπλέον ώρα προσαύξηση 12%.
-Για όσους απασχολούνται επί 40 ώρες την εβδομάδα, οι πρώτες 5 επιπλέον ώρες, που θα δουλέψουν θεωρούνται υπερεργασία και αμοίβονται με προσαύξηση ωρομισθίου κατά 20%. Εκεί όπου ισχύει 6ήμερη εργασία, οι ώρες υπερεργασίας είναι 8.
-Οι, πλέον των 45 ή 48, ώρες, αντίστοιχα, συνιστούν υπερωρίες, για τις οποίες τίθεται όριο 3 ωρών ημερησίως και 150 το χρόνο. Οι (νόμιμες) υπερωρίες αυτές αμοίβονται με προσαύξηση 40%.
-Αν δεν έχουν τηρηθεί οι νόμιμες διαδικασίες και διατυπώσεις, οι υπερωρίες θεωρούνται παράνομες και αμοίβονται με προσαύξηση 120%.
-Καθορίζονται ως ημέρες υποχρεωτικής αργίας : η Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνεια, η 25η Μαρτίου, η Δευτέρα του Πάσχα, η Πρωτομαγιά, η 15η Αυγούστου, η 28η Οκτωβρίου, τα Χριστούγεννα και η επόμενη ημέρα αυτών. Με υπουργικές αποφάσεις ή του Περιφερειάρχη μπορούν να καθορίζονται άλλες 5 ημέρες ετησίως, ως ημέρες (υποχρεωτικής ή προαιρετικής) αργίας, είτε γενικά, είτε σε τοπικό επίπεδο.
-Η ετήσια άδεια αναψυχής, πρέπει να χορηγείται, το αργότερο, μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους.
-Με έγγραφη συμφωνία εργοδότη και εργαζομένου (πλήρους ή μερικής απασχόλησης), μπορεί να χορηγείται άδεια άνευ αποδοχών έως 1 έτος (που μπορεί και να παραταθεί), στη διάρκεια της οποίας η σύμβαση εργασίας τίθεται σε αναστολή, δεν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές και μετά τη λήξη της, αναβιώνει η σύμβαση (ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, ως ίσχυε).
-Εν συνεχεία ο Νόμος αναφέρει σε ποιες επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις, δεν ισχύει η απαγόρευση εργασίας τις Κυριακές και τις αργίες (αυτοδίκαια ή κατόπιν άδειας από την Επιθεώρηση Εργασίας).
-Καταργείται η υφιστάμενη ως χθες, διάκριση στην αποζημίωση (στο ύψος, δηλαδή) απόλυσης υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών και ισχύουν για όλους, όσα προβλέπονταν για τους υπαλλήλους (για τον υπολογισμό του μισθού του εργατοτεχνίτη, αν δεν αμοίβεται με μισθό, αλλά με ημερομίσθιο, πολλαπλασιάζουμε το ημερομίσθιο επί 22).
-Αν ο εργοδότης καταγγείλει την σύμβαση εργασίας με προειδοποίηση, μπορεί παράλληλα να απαλλάξει τον εργαζόμενο από το να δουλεύει σε αυτό το διάστημα (μερικώς ή πλήρως), αλλά ο τελευταίος, δηλαδή ο εργαζόμενος θα λαμβάνει κανονικά το μισθό του, ενώ θα έχει δικαίωμα να βρει και δουλειά αλλού !
-Τέλος, ορίζεται σε ποιες περιπτώσεις (ενδεικτικά προφανώς) είναι άκυρη η απόλυση του εργαζομένου και πως αν επικαλεστεί πραγματικά περιστατικά που τις θεμελιώνουν, το βάρος απόδειξης ότι η απόλυση δεν έγινε για αυτό το λόγο, πέφτει πλέον στον εργοδότη.
-Για πρώτη φορά, σε περίπτωση άκυρης απόλυσης, προβλέπεται η καταβολή επαυξημένης αποζημίωσης, με αίτημα, είτε του απολυθέντος, είτε ...του εργοδότη.
-Αν η ακυρότητα οφείλεται σε λανθασμένο υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης, απλά γίνεται συμπλήρωση και θεραπεύεται η ακυρότητα, ενώ αν δεν καταβληθεί καθόλου, δίνεται, για πρώτη φορά, δικαίωμα στον εργοδότη, να την πληρώσει εκ των υστέρων (μετά την αγωγή) και να νομιμοποιήσει έτσι την καταγγελία της σύμβασης !