Η έννοια του δεδικασμένου, είναι ίσως παρεξηγημένη στην Ελλάδα, διότι ορισμένοι έχουν την εντύπωση, ότι ζούμε σε χώρες του εξωτερικού, όπου μία δικαστική απόφαση, που αφορά άλλους, εφαρμόζεται αυτόματα και σε εμάς και γενικά σε παρόμοιες υποθέσεις !
Το δεδικασμένο, εις ημάς, αφορά μόνον τους ίδιους τους διαδίκους μία υπόθεσης, δηλαδή όσους συμμετείχαν σε μία συγκεκριμένη Δίκη ή κλήθηκαν να συμμετάσχουν, αλλά ..δεν το έκαναν και όχι τρίτους, που μπορεί να έχουν το ίδιο πρόβλημα.
Αντίστοιχα, όπως έχουμε ξαναπεί, τα ελληνικά (αστικά) Δικαστήρια, δε δεσμεύονται από τις αποφάσεις άλλων Δικαστηρίων, σε παρόμοιες υποθέσεις, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό, αλλά ούτε καν από αποφάσεις διαφορετικών Δικαστηρίων, μεταξύ των ίδιων διαδίκων (π.χ αθώος στο ποινικό, αλλά "ένοχος" στην καταβολή αποζημίωσης, στο αστικό) !
Δεδικασμένο παράγουν, όσες τελεσίδικες-οριστικές αποφάσεις, δεν μπορούν να προσβληθούν πλέον με έφεση (είτε γιατί παρήλθε άπρακτη η προθεσμία, είτε γιατί η έφεση απορρίφθηκε) ή ανακοπή ερημοδικίας (σε περίπτωση, που ο διάδικος δικάστηκε ερήμην, από λόγους, για τους οποίους δε φέρει ευθύνη).
Δύο ιδιαίτερες μορφές δεδικασμένου, αποτελούν το προσωρινό δεδικασμένο, που παράγει μία απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (έως ότου κριθεί η υπόθεση οριστικά, με την έγερση της αντίστοιχης αγωγής) και το δεδικασμένο μίας διαταγής πληρωμής, όταν αυτή επιδοθεί 2 φορές και ο καθ' ού, δεν ασκήσει την προβλεπόμενη ανακοπή !
Γι' αυτό λέμε, ότι δεν πρέπει κανείς να αμελεί, ειδικά όταν έχει λόγους και επιχειρήματα, να αποκρούσει μία αγωγή ή διαταγή πληρωμής κλπ (ή και να μην έχει, κερδίζει χρόνο, που είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει ο άνθρωπος), γιατί μετά την επέλευση του δεδικασμένου, δεν μπορεί να κάνει τίποτα, συνήθως, ακόμα και αν είχε δίκιο...
Έτσι, π.χ ακόμα και αν έχεις εξοφλήσει μία επιταγή, επί της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής ή αν η υπογραφή σου, έχει πλαστογραφηθεί στο σώμα της, αν δεν τα προτείνεις αυτά εγκαίρως και αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, μετά το πουλάκι έχει πετάξει , κατά κανόνα !
Οι ενστάσεις και τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προτείνονται εγκαίρως, όχι ..κατόπιν εορτής και μόνον αν κάποιες αποδείξεις, προέκυψαν εκ των υστέρων, μπορεί να γίνει μεταγενέστερη επίκλησή τους.
Ανατροπή του δεδικασμένου, μπορεί να υπάρξει μόνον, εφόσον ασκηθεί αίτηση αναίρεσης, στον Άρειο Πάγο, οπότε αν η αίτηση γίνει δεκτή, η υπόθεση ξαναδικάζεται, αλλά μέσα στα όρια, που ορίζει το ανώτατο Δικαστήριο και μόνον ως προς τα κεφάλαια της απόφασης, που προσβλήθηκαν και όσα συνέχονται αναγκαία, με αυτά (ως προς τα λοιπά, δηλαδή, το δεδικασμένο διατηρείται).
Από εκεί και μετά, το μεγάλο ζήτημα, είναι τα όρια του δεδικασμένου, τόσο τα αντικειμενικά, όσο και τα υποκειμενικά, δηλαδή ποιους δεσμεύει και σε ποια έκταση !
Εκτός από τους διαδίκους, όπως είπαμε παραπάνω, το δεδικασμένο ισχύει υπέρ και κατά και άλλων προσώπων, όπως π.χ των κληρονόμων, εφόσον ο διάδικος αποβιώσει, κατά τη διάρκεια ή και μετά τη Δίκη, εκείνου, που τυχόν απέκτησε (αγόρασε) διεκδικούμενο ακίνητο, κατά τον ίδιο χρόνο ή ακόμα και εκείνου, που έχει δικαίωμα κατοχής στο πράγμα (έτσι π.χ αν γίνει έξωση στον μισθωτή, η απόφαση ισχύει και κατά του υπεκμισθωτή, στον οποίο, είχε νοικιάσει το ακίνητο, με τη σειρά του, ο αρχικός μισθωτής).
Από εκεί και μετά, ο Νόμος, ορίζει τι γίνεται σε κάποιες ειδικότερες περιπτώσεις, όπως όταν το χρέος αποδειχθεί ανύπαρκτο, σε Δίκη μεταξύ δανειστή και πρωτοφειλέτη, απαλλάσσεται αυτόματα και ο εγγυητής και αντίστροφα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα, του κατά πόσον αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα, απόφαση αλλοδαπού πολιτικού δικαστηρίου, όπου και εκεί ο Νόμος θέτει τις προϋποθέσεις, για να συμβαίνει κάτι τέτοιο (τις οποίες παραλείπω, για λόγους οικονομίας) !
Το βασικό, που πρέπει να έχει κανείς υπόψη του, είναι, πως για να έχουμε δεδικασμένο, θα πρέπει να υπάρχει : α) ταυτότητα προσώπων (διαδίκων, με τις εξαιρέσεις του Νόμου, όπως παραπάνω) β) ταυτότητα αντικειμένου Δίκης και γ) ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας.
Έτσι π.χ στην περίπτωση, που εργαζόμενος, άσκησε αγωγή, κατά του εργοδότη του, για μη καταβληθέντες μισθούς ενός έτους, ΔΕΝ υπάρχει δεδικασμένο, ώστε να ζητήσει μετά, τους μισθούς ενός διαφορετικού-μεταγενέστερου έτους ( εδώ υπάρχει ταυτότητα διαδίκων, ταυτότητα διαφοράς και νομικής αιτίας, αλλά διαφορετική ιστορική αιτία).
Τέλος, να πούμε ότι τα Δικαστήρια, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους το δεδικασμένο και αυτεπάγγελτα (στην πράξη βέβαια, πρέπει να το προτείνει ο ένας διάδικος), ενώ, εννοείται, ότι αντίστοιχα και στις ποινικές Δίκες, ισχύει, τρόπον τινά, δεδικασμένο, με την έννοια, ότι κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί 2 φορές, για την ΙΔΙΑ παράνομη πράξη !
Το δεδικασμένο, εις ημάς, αφορά μόνον τους ίδιους τους διαδίκους μία υπόθεσης, δηλαδή όσους συμμετείχαν σε μία συγκεκριμένη Δίκη ή κλήθηκαν να συμμετάσχουν, αλλά ..δεν το έκαναν και όχι τρίτους, που μπορεί να έχουν το ίδιο πρόβλημα.
Αντίστοιχα, όπως έχουμε ξαναπεί, τα ελληνικά (αστικά) Δικαστήρια, δε δεσμεύονται από τις αποφάσεις άλλων Δικαστηρίων, σε παρόμοιες υποθέσεις, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό, αλλά ούτε καν από αποφάσεις διαφορετικών Δικαστηρίων, μεταξύ των ίδιων διαδίκων (π.χ αθώος στο ποινικό, αλλά "ένοχος" στην καταβολή αποζημίωσης, στο αστικό) !
Δεδικασμένο παράγουν, όσες τελεσίδικες-οριστικές αποφάσεις, δεν μπορούν να προσβληθούν πλέον με έφεση (είτε γιατί παρήλθε άπρακτη η προθεσμία, είτε γιατί η έφεση απορρίφθηκε) ή ανακοπή ερημοδικίας (σε περίπτωση, που ο διάδικος δικάστηκε ερήμην, από λόγους, για τους οποίους δε φέρει ευθύνη).
Δύο ιδιαίτερες μορφές δεδικασμένου, αποτελούν το προσωρινό δεδικασμένο, που παράγει μία απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (έως ότου κριθεί η υπόθεση οριστικά, με την έγερση της αντίστοιχης αγωγής) και το δεδικασμένο μίας διαταγής πληρωμής, όταν αυτή επιδοθεί 2 φορές και ο καθ' ού, δεν ασκήσει την προβλεπόμενη ανακοπή !
Γι' αυτό λέμε, ότι δεν πρέπει κανείς να αμελεί, ειδικά όταν έχει λόγους και επιχειρήματα, να αποκρούσει μία αγωγή ή διαταγή πληρωμής κλπ (ή και να μην έχει, κερδίζει χρόνο, που είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει ο άνθρωπος), γιατί μετά την επέλευση του δεδικασμένου, δεν μπορεί να κάνει τίποτα, συνήθως, ακόμα και αν είχε δίκιο...
Έτσι, π.χ ακόμα και αν έχεις εξοφλήσει μία επιταγή, επί της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής ή αν η υπογραφή σου, έχει πλαστογραφηθεί στο σώμα της, αν δεν τα προτείνεις αυτά εγκαίρως και αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, μετά το πουλάκι έχει πετάξει , κατά κανόνα !
Οι ενστάσεις και τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προτείνονται εγκαίρως, όχι ..κατόπιν εορτής και μόνον αν κάποιες αποδείξεις, προέκυψαν εκ των υστέρων, μπορεί να γίνει μεταγενέστερη επίκλησή τους.
Ανατροπή του δεδικασμένου, μπορεί να υπάρξει μόνον, εφόσον ασκηθεί αίτηση αναίρεσης, στον Άρειο Πάγο, οπότε αν η αίτηση γίνει δεκτή, η υπόθεση ξαναδικάζεται, αλλά μέσα στα όρια, που ορίζει το ανώτατο Δικαστήριο και μόνον ως προς τα κεφάλαια της απόφασης, που προσβλήθηκαν και όσα συνέχονται αναγκαία, με αυτά (ως προς τα λοιπά, δηλαδή, το δεδικασμένο διατηρείται).
Από εκεί και μετά, το μεγάλο ζήτημα, είναι τα όρια του δεδικασμένου, τόσο τα αντικειμενικά, όσο και τα υποκειμενικά, δηλαδή ποιους δεσμεύει και σε ποια έκταση !
Εκτός από τους διαδίκους, όπως είπαμε παραπάνω, το δεδικασμένο ισχύει υπέρ και κατά και άλλων προσώπων, όπως π.χ των κληρονόμων, εφόσον ο διάδικος αποβιώσει, κατά τη διάρκεια ή και μετά τη Δίκη, εκείνου, που τυχόν απέκτησε (αγόρασε) διεκδικούμενο ακίνητο, κατά τον ίδιο χρόνο ή ακόμα και εκείνου, που έχει δικαίωμα κατοχής στο πράγμα (έτσι π.χ αν γίνει έξωση στον μισθωτή, η απόφαση ισχύει και κατά του υπεκμισθωτή, στον οποίο, είχε νοικιάσει το ακίνητο, με τη σειρά του, ο αρχικός μισθωτής).
Από εκεί και μετά, ο Νόμος, ορίζει τι γίνεται σε κάποιες ειδικότερες περιπτώσεις, όπως όταν το χρέος αποδειχθεί ανύπαρκτο, σε Δίκη μεταξύ δανειστή και πρωτοφειλέτη, απαλλάσσεται αυτόματα και ο εγγυητής και αντίστροφα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα, του κατά πόσον αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα, απόφαση αλλοδαπού πολιτικού δικαστηρίου, όπου και εκεί ο Νόμος θέτει τις προϋποθέσεις, για να συμβαίνει κάτι τέτοιο (τις οποίες παραλείπω, για λόγους οικονομίας) !
Το βασικό, που πρέπει να έχει κανείς υπόψη του, είναι, πως για να έχουμε δεδικασμένο, θα πρέπει να υπάρχει : α) ταυτότητα προσώπων (διαδίκων, με τις εξαιρέσεις του Νόμου, όπως παραπάνω) β) ταυτότητα αντικειμένου Δίκης και γ) ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας.
Έτσι π.χ στην περίπτωση, που εργαζόμενος, άσκησε αγωγή, κατά του εργοδότη του, για μη καταβληθέντες μισθούς ενός έτους, ΔΕΝ υπάρχει δεδικασμένο, ώστε να ζητήσει μετά, τους μισθούς ενός διαφορετικού-μεταγενέστερου έτους ( εδώ υπάρχει ταυτότητα διαδίκων, ταυτότητα διαφοράς και νομικής αιτίας, αλλά διαφορετική ιστορική αιτία).
Τέλος, να πούμε ότι τα Δικαστήρια, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους το δεδικασμένο και αυτεπάγγελτα (στην πράξη βέβαια, πρέπει να το προτείνει ο ένας διάδικος), ενώ, εννοείται, ότι αντίστοιχα και στις ποινικές Δίκες, ισχύει, τρόπον τινά, δεδικασμένο, με την έννοια, ότι κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί 2 φορές, για την ΙΔΙΑ παράνομη πράξη !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.